Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010

Από το Αναγνωστικό Δ΄ του 1959

25. ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΗ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΖΩΗ

1. Ὀ στῦλος τῆς γῆς

Κάτω ἀπὸ τὴ γῆ ὑπάρχει ἕνα μεγάλο δένδρο, ὡσὰν
στῦλος πελώριος καὶ γερός, καὶ βαστάει τὴ γῆ. Ἔτσι ἔλεγαν
οἱ παλαιότεροι. Ἐκεῖ κάτω εὑρίσκονται ὅλο τὸ χρόνο οἱ
Καλλικάντζαροι καὶ δουλεύουν νύκτα καὶ ἡμέρα. Προσπαθοῦν
νὰ κόψουν τὸ στῦλο, ποὺ βαστάει τὴ γῆ γιατὶ θέλουν νὰ
τὴν ἰδοῦν νὰ γκρεμίζεται καὶ νὰ γελοῦν. Κτυποῦν λοιπὸν μὲ
μικρὰ τσεκουράκια καὶ πριονίζουν μὲ πριονάκια. Κάθε χρόνο,
μόλις ζυγώνουν νὰ τὸ κόψουν, νά σου καὶ ἔρχονται καὶ τὰ
Χριστούγεννα.
—Ἄϊντε, πᾶμε τώρα νὰ γλεντήσωμε λίγο ἐπάνω στὴ
γῆ, πειράζοντας τοὺς ἀνθρώπους, γιορτὲς ἡμέρες ποὺ ἦρθαν.
Πᾶμε, καὶ στὸ γυρισμό μας τὸ ἀποκόβομε.
Ἔρχοντα λοιπὸν κοντά μας. Στὸ γυρισμό τους ὅμως
εὑρίσκουν τὸ δένδρο νὰ ἔχῃ θρέψει. Καὶ τότε ἀρχίζουν πάλι
ἀπὸ τὴν ἀρχή.
Εὐτυχῶς ποὺ εἶναι κουτούτσικοι οἱ Καλλικάντζαροι, γιὰ
τοῦτο καὶ κάθε χρόνο πάντα τὰ ἴδια κάμνουν καὶ πάντα τὰ
ἴδια παθαίνουν μὲ τοῦτο τὸ θεόρατο δένδρο, ποὺ κρατάει τὴ
γῆ ὁλόκληρη μὲ τὰ χωριά της καὶ μὲ τὶς πολιτεῖές της.



2. Ὀ μυλωνᾶς καὶ ὁ καλλικάντζαρος.

Μιὰ φορὰ ἕνας μυλωνᾶς εἶχε ὡραία φωτιὰ μὲ κάρβουνα
στὸ μύλο του καὶ ἔψηνε μιὰ σούβλα κρέας. Ἐκεῖ ποὺ ἐγύριζε
τὴ σούβλα του, βλέπει στὴν ἄλλη μεριὰ ἕναν Καλλικάντζαρο
καὶ ἐγύριζε μιὰ σούβλα μὲ βατράχους! Δὲν τοῦ ἐμίλησε διόλου.
Ὕστερα ἀπὸ λίγο τὸν ἐρωτᾷ, ὁ Καλλικάντζαρος πῶς τὸν
λέγουν.
—Ἑαυτὸ μὲ λέγουν, τοῦ λέγει ὁ μυλωνᾶς.
Ἐκεῖ ποὺ γὑριζε τὴ σούβλα καὶ τὸ κρέας ἦταν ροδοκόκκινο
καὶ ἐμοσχομύριζε, ὁ Καλλικάντζαρος βάζει τὴν ἰδική του
σούβλα μὲ τοὺς βατράχους ἐπάνω στὸ κρέας.
Πάτ! δὲν ἀργεῖ ὁ μυλωνᾶς καὶ τοῦ φέρνει μιὰ μὲ ἕνα
ἀναμμένο δαυλὶ καί, καθὼς ὁ Καλλικάντζαρος ἦταν γυμνός,
τὸν κατάκαψε!
Φωνὲς καὶ κακὸ ὁ Καλλικάντζαρος!
—Βοηθᾶτε, ἀδέρφια, γιατὶ μ᾽ ἔκαψαν!
—Βρέ ποιὸς σ’ ἔκαψε; τοῦ λέγουν οἱ ἄλλοι Καλλικάντζαροι
ἀπ’ ἔξω.
—Ὁ Ἑαυτὸς μ’ ἔκαψε, τοὺς λέγει ἐκεῖνος ἀπὸ μέσα.
—Ἄμ’ σὰν ἐκάηκες ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου, τὶ σκούζεις ἔτσι;
Καὶ ἔτσι τὴν ἔπαθε ὁ καλός σου ὁ Καλλικάντζαρος, γιατὶ
ὁ μυλωνᾶς ἐφάνηκε ἐξυπνότερός του.
Ἐκλογὴ Κ. Ρωμαίου

26. ΑΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

Ἐλᾶτε στὸ τραπέζι μας ἀπόψε,
γιὰ τὴ χαρὰ νὰ κάμωμε μιὰ θέσι.
Τὴ πίττα μας, πατέρα, τώρα κόψε,




74
νὰ ἰδοῦμε τὸ φλουρὶ σὲ ποιὸν θὰ πέσῃ.
Κι ἂς μένῃ ἔτσι στρωμένο ἀπόψε, ἂς μένῃ
κι ἡ σόμπα μας ἂς καίῃ ἐκεῖ στὸ πλάϊ.
Ἀπόψε μὲ τὴν κάπα χιονισμένη
θὰ ’ρθῇ κι ὁ Ἅϊ - Βασίλης γιὰ νὰ φάῃ.

Στέλιος Σπεράντσας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Locations of visitors to this page